to emerologio enos trellou - lou soun

60 411 0
to emerologio enos trellou - lou soun

Đang tải... (xem toàn văn)

Tài liệu hạn chế xem trước, để xem đầy đủ mời bạn chọn Tải xuống

Thông tin tài liệu

ΛΟΥ ΧΣΟΥΝ 狂人日記 迅鲁 ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΤΡΕΛΟΥ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΛΑΝΑΣ ¤ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΣΗ: ZHANG HUAIJIANG ΛΟΥ ΧΣΟΥΝ 狂人日記 迅鲁 ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΤΡΕΛΟΥ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΛΑΝΑΣ ¤ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΣΗ: ZHANG HUAIJIANG ΕΙΣΑΓΩΓΗ «Όταν επέστρεψα από την Ιαπωνία, έµενα σ’ έναν ξενώνα στο Σαοξίν. Υπήρχαν εκεί τρία δωµάτια, τα οποία συντη- ρούσε κάποτε µια γυναίκα, που κρεµάστηκε στη χαρουπιά της αυλής. Παρόλο που το δέντρο είχε µεγαλώσει πολύ και τα κλαδιά του δεν µπορούσε να τα φτάσει κανείς, τα τρία δωµάτια παρέµεναν άδεια. Έµεινα κάµποσα χρόνια σ’ αυτό το ήσυχο µέρος. Αντέγραφα παλιούς κώδικες, που δεν είχαν την παραµικρή πολιτική αναφορά, και το µόνο που ήθελα ήταν να κυλήσει έτσι γαλήνια όλη µου η ζωή. Τα βράδια του καλοκαιριού, όταν είχε πολλά κουνούπια, καθόµουν κάτω από τη χαρουπιά, έκανα αέρα µε τη βεντάλια µου, και κοίταζα τον ουρανό µες απ’ το πυκνό φύλλωµα του δέντρου, ενώ οι κάµπιες που ξεµύτιζαν µε τη δροσιά, έπεφταν στην πλάτη µου σαν παγωµένες σταγόνες. Ο µοναδικός µου επισκέπτης ήταν ένας παλιός µου φίλος, ο Τσιν Χσινγί. Ερχόταν, άφηνε την τσάντα του στο σα- ραβαλιασµένο τραπέζι, έβγαζε το πανωφόρι του, καθόταν απέναντί µου λαχανιασµένος, σαν να είχε δώσει µάχη µε δέκα σκυλιά, κι αρχίζαµε την κουβέντα. —Τι είναι αυτά; µε ρώτησε ένα βράδυ, κοιτάζοντας τους κώδικες που αντέγραφα. —Τίποτε. —Τότε γιατί τα αντιγράφεις; —Έτσι, χωρίς λόγο. —Νοµίζω πως θα µπορούσες να γράψεις κάτι Κατάλαβα αµέσως. Την εποχή εκείνη εξέδιδαν το περιοδικό Σύγχρονη Νιότη, αλλά δεν είχαν ιδιαίτερη επιτυχία, και σκέφτηκα πως θα ένοιωθαν πολλή µοναξιά. Εν πάση περι- πτώσει, είπα: —Φαντάσου ένα σιδερένιο σπίτι, χωρίς πόρτες και παράθυρα στους συµπαγείς τοίχους του. Μέσα κοιµούνται αρκετοί άνθρωποι, που σε λίγο θα πεθάνουν από ασφυξία. Εσύ το ξέρεις πως θα πεθάνουν, αλλά εκείνοι δεν νοιώθουν τίποτε. Αν τώρα βάλεις τις φωνές και ξυπνήσουν αυτοί που κοιµούνται ελαφρύτερα, κι αρχίσουν να υποφέρουν το µαρτύριο, που µέχρι εκείνη την στιγµή καν δεν υποψιά- ζονταν, νοµίζεις πως τους βοηθάς; —Μα, αν ξυπνήσουν µερικοί, πάντα υπάρχει ελπίδα να καταστρέψουν το σιδερένιο σπίτι και να δραπετεύσουν. Πραγµατικά, ό,τι κι αν πίστευα, την ελπίδα δεν µπορού- σα να την αγνοήσω, γιατί η ελπίδα είναι κάτι που ζει στο µ έλλον. ∆εν δοκίµασα να τον µεταπείσω. Συµφώνησα να γράψω κάτι, κι έτσι προέκυψε Το Ηµερολόγιο ενός Τρελού. Από τότε, όλο κι έγραφα διάφορες ιστορίες. Φτάνει να µου το ζητούσαν». Το απόσπασµα αυτό από τον πρόλογο της συλλογής διηγηµάτων του Λου Χσουν Στα Όπλα! περιγράφει µε ακρί- βεια την Κίνα της ∆υναστείας των Τσιν, στις αρχές του 20ου αιώνα. Η τεράστια χώρα ήταν ένα «σιδερένιο σπίτι», δίχως πόρτες και παράθυρα, µέσα στο οποίο οι άνθρωποι πέθαιναν από ασφυξία. ∆εν υπέφεραν, γιατί κοιµούνταν, ναρκωµένοι από τη χιλιόχρονη παράδοση του σεβασµού στην αυθεντία, της υποταγής στην εξουσία και της υπακοής στην οικογένεια, στους γεροντότερους, στους κοινωνικά ανώτερους. Η ανθρωπιστική διδασκαλία, του Κοµφούκιου ΕΙΣΑΓΩΓΗ «Όταν επέστρεψα από την Ιαπωνία, έµενα σ’ έναν ξενώνα στο Σαοξίν. Υπήρχαν εκεί τρία δωµάτια, τα οποία συντη- ρούσε κάποτε µια γυναίκα, που κρεµάστηκε στη χαρουπιά της αυλής. Παρόλο που το δέντρο είχε µεγαλώσει πολύ και τα κλαδιά του δεν µπορούσε να τα φτάσει κανείς, τα τρία δωµάτια παρέµεναν άδεια. Έµεινα κάµποσα χρόνια σ’ αυτό το ήσυχο µέρος. Αντέγραφα παλιούς κώδικες, που δεν είχαν την παραµικρή πολιτική αναφορά, και το µόνο που ήθελα ήταν να κυλήσει έτσι γαλήνια όλη µου η ζωή. Τα βράδια του καλοκαιριού, όταν είχε πολλά κουνούπια, καθόµουν κάτω από τη χαρουπιά, έκανα αέρα µε τη βεντάλια µου, και κοίταζα τον ουρανό µες απ’ το πυκνό φύλλωµα του δέντρου, ενώ οι κάµπιες που ξεµύτιζαν µε τη δροσιά, έπεφταν στην πλάτη µου σαν παγωµένες σταγόνες. Ο µοναδικός µου επισκέπτης ήταν ένας παλιός µου φίλος, ο Τσιν Χσινγί. Ερχόταν, άφηνε την τσάντα του στο σα- ραβαλιασµένο τραπέζι, έβγαζε το πανωφόρι του, καθόταν απέναντί µου λαχανιασµένος, σαν να είχε δώσει µάχη µε δέκα σκυλιά, κι αρχίζαµε την κουβέντα. —Τι είναι αυτά; µε ρώτησε ένα βράδυ, κοιτάζοντας τους κώδικες που αντέγραφα. —Τίποτε. —Τότε γιατί τα αντιγράφεις; —Έτσι, χωρίς λόγο. —Νοµίζω πως θα µπορούσες να γράψεις κάτι Κατάλαβα αµέσως. Την εποχή εκείνη εξέδιδαν το περιοδικό Σύγχρονη Νιότη, αλλά δεν είχαν ιδιαίτερη επιτυχία, και σκέφτηκα πως θα ένοιωθαν πολλή µοναξιά. Εν πάση περι- πτώσει, είπα: —Φαντάσου ένα σιδερένιο σπίτι, χωρίς πόρτες και παράθυρα στους συµπαγείς τοίχους του. Μέσα κοιµούνται αρκετοί άνθρωποι, που σε λίγο θα πεθάνουν από ασφυξία. Εσύ το ξέρεις πως θα πεθάνουν, αλλά εκείνοι δεν νοιώθουν τίποτε. Αν τώρα βάλεις τις φωνές και ξυπνήσουν αυτοί που κοιµούνται ελαφρύτερα, κι αρχίσουν να υποφέρουν το µαρτύριο, που µέχρι εκείνη την στιγµή καν δεν υποψιά- ζονταν, νοµίζεις πως τους βοηθάς; —Μα, αν ξυπνήσουν µερικοί, πάντα υπάρχει ελπίδα να καταστρέψουν το σιδερένιο σπίτι και να δραπετεύσουν. Πραγµατικά, ό,τι κι αν πίστευα, την ελπίδα δεν µπορού- σα να την αγνοήσω, γιατί η ελπίδα είναι κάτι που ζει στο µ έλλον. ∆εν δοκίµασα να τον µεταπείσω. Συµφώνησα να γράψω κάτι, κι έτσι προέκυψε Το Ηµερολόγιο ενός Τρελού. Από τότε, όλο κι έγραφα διάφορες ιστορίες. Φτάνει να µου το ζητούσαν». Το απόσπασµα αυτό από τον πρόλογο της συλλογής διηγηµάτων του Λου Χσουν Στα Όπλα! περιγράφει µε ακρί- βεια την Κίνα της ∆υναστείας των Τσιν, στις αρχές του 20ου αιώνα. Η τεράστια χώρα ήταν ένα «σιδερένιο σπίτι», δίχως πόρτες και παράθυρα, µέσα στο οποίο οι άνθρωποι πέθαιναν από ασφυξία. ∆εν υπέφεραν, γιατί κοιµούνταν, ναρκωµένοι από τη χιλιόχρονη παράδοση του σεβασµού στην αυθεντία, της υποταγής στην εξουσία και της υπακοής στην οικογένεια, στους γεροντότερους, στους κοινωνικά ανώτερους. Η ανθρωπιστική διδασκαλία, του Κοµφούκιου είχε καταντήσει θρησκεία, ιδεολογία µιας φεουδαρχίας που συνέθλιβε τους πάντες. Αυτό το ασφυκτικό περιβάλλον ο Λου Χσουν το χαρακτηρίζει ανθρωποφαγικό. Θα ήταν όµως τουλάχιστον αφελές να περιορίσουµε τη δύναµη του µικρού αριστουργήµατος Το ηµερολόγιο ενός Τρελού στις αψιµαχίες του µε την κοινωνία της εποχής του, όπως θα ήταν αφελές να περιορίσουµε τη δύναµη του οµό- τιτλου διηγήµατος του Γκόγκολ στην κριτική της τσαρικής γραφειοκρατίας. Ο Λου Χσουν, όπως και ο Γκόγκολ άλλωστε, έχει κυρίως υπόψη του τον τρόµο που νιώθει το άτοµο, όταν συνειδη- τοποιήσει πως διαφέρει από τους συνανθρώπους του. Πρόκειται για το αποκρουστικότερο είδος τροµοκρατίας, και ίσως για τον πυρήνα κάθε τροµοκρατίας. Η τροµοκρατική συνείδηση είναι ήδη µια τροµοκρατηµένη συνείδηση πριν αποφασίσει να ανάγει την αδυναµία της σε δίκαιο, αποκα- θιστώντας το έλλειµµα στην απαραίτητη για τη συντήρηση του ατό µου ταυτότητα. Η «τρέλα» ήταν σχεδόν πάντα µια µεταφορά για την εξέγερση ενάντια στην άλωση της ταυτό- τητας από την οµάδα. Ο «τρελός» µπορεί να χάνει σταδιακά ή ακαριαία κάθε ελπίδα να ενταχθεί στο κοινωνικό σύνολο, αλλά τουλάχιστον διατηρεί την ταυτότητά του, και µάλιστα την ταυτότητα που ο ίδιος ορίζει. Εξάλλου, η κοινωνία δίνει στον καθέναν µας δεκάδες ευκαιρίες καθηµερινά, για να διαπιστώσουµε πως ένα σηµαντικό —το σηµαντικότερο ίσως— µέρος του εαυτού µας εκτοπίζεται ή αφοµοιώνεται από την οµάδα αναφοράς, στο εσωτερικό της οποίας δρα- στηριοποιούµεθα. Η οµάδα, το κοινωνικό σύνολο, στο βαθµό που η συµµετοχή µας στις αποφάσεις µειώνεται, µετατρέπεται σε ένα είδος ψυχικού βαµπίρ: υπάρχει γιατί το κινεί ένας θεσµικός µηχανισµός, που τρέφεται µε τις αγαθές προθέσεις µας. Είναι φυσικά η ιδεολογία, η υπέρτατη µορφή κανιβαλισµού. Η ιδεολογία είναι αθάνατη, αλλά δεν µ πορεί να συντηρηθεί αν δεν καταναλώνει συνεχώς ιδέες. Η ιδεολογία διατηρείται µε την απονέκρωση των ιδεών σ’ ένα οµοίωµα αιωνιότητας. Η ιδεολογία είναι ήδη ένα είδωλο, γι’ αυτό όπως όλα τα βαµπίρ δεν έχει κανένα είδωλο. Η «τρέλα» που περιγράφεται στο Ηµερολόγιο ενός Τρελού, θα µπορούσε να είναι το σύµπτωµα µιας δυσα- νεξίας στην ιδεολογία εν γένει. Το πρώτο σύµπτωµα του «τρελού» είναι η παρατήρηση πως «το φεγγάρι λάµπει καταπληκτικά» και η συνείδηση του γεγονότος πως ζούσε µέχρι εκείνη την στιγµή στο σκοτάδι. Σταδιακά, δεν µπορεί να ερµηνεύσει τον τρόπο µε τον οποίο τον αντιµετωπίζουν. Η µόνη εξήγηση που δίνει είναι η ενδεχόµενη αµφισβήτηση της παράδοσης. Αλλά πώς µπορεί ένας άνθρωπος να αµφισβητήσει την παράδοση µόνο και µόνο επειδή συνει- δητοποίησε πόσο όµορφο είναι το φεγγάρι; Επιπλέον, ένας άνθρωπος που διαπιστώνει πως η σχέση του µε τη φύση ελάχιστα µπορεί να καλυφθεί από τις γνώσεις που αποκόµισε µεγαλώνοντας στο πλαίσιο µιας όποιας κοινωνίας, είναι ένας υγιέστατος άνθρωπος. Αλλά η υγεία και η τρέλα είναι πράγµατα σχετικά. Υγιής είναι αυτός που δυσφορεί όταν κυκλώνεται από τον «λειτουργικό» παρα- λογισµό των κοινών τόπων. Πλην όµως, η αδυναµία συγκράτησης της δυσφορίας θεωρείται σύµπτωµα τρέλας. Έτσι, η υγεία καταπίπτει στο επίπεδο της ανθεκτικότητας: υγιής είναι αυτός που δεν τρελαίνεται όταν η µόνη ένδειξη είχε καταντήσει θρησκεία, ιδεολογία µιας φεουδαρχίας που συνέθλιβε τους πάντες. Αυτό το ασφυκτικό περιβάλλον ο Λου Χσουν το χαρακτηρίζει ανθρωποφαγικό. Θα ήταν όµως τουλάχιστον αφελές να περιορίσουµε τη δύναµη του µικρού αριστουργήµατος Το ηµερολόγιο ενός Τρελού στις αψιµαχίες του µε την κοινωνία της εποχής του, όπως θα ήταν αφελές να περιορίσουµε τη δύναµη του οµό- τιτλου διηγήµατος του Γκόγκολ στην κριτική της τσαρικής γραφειοκρατίας. Ο Λου Χσουν, όπως και ο Γκόγκολ άλλωστε, έχει κυρίως υπόψη του τον τρόµο που νιώθει το άτοµο, όταν συνειδη- τοποιήσει πως διαφέρει από τους συνανθρώπους του. Πρόκειται για το αποκρουστικότερο είδος τροµοκρατίας, και ίσως για τον πυρήνα κάθε τροµοκρατίας. Η τροµοκρατική συνείδηση είναι ήδη µια τροµοκρατηµένη συνείδηση πριν αποφασίσει να ανάγει την αδυναµία της σε δίκαιο, αποκα- θιστώντας το έλλειµµα στην απαραίτητη για τη συντήρηση του ατό µου ταυτότητα. Η «τρέλα» ήταν σχεδόν πάντα µια µεταφορά για την εξέγερση ενάντια στην άλωση της ταυτό- τητας από την οµάδα. Ο «τρελός» µπορεί να χάνει σταδιακά ή ακαριαία κάθε ελπίδα να ενταχθεί στο κοινωνικό σύνολο, αλλά τουλάχιστον διατηρεί την ταυτότητά του, και µάλιστα την ταυτότητα που ο ίδιος ορίζει. Εξάλλου, η κοινωνία δίνει στον καθέναν µας δεκάδες ευκαιρίες καθηµερινά, για να διαπιστώσουµε πως ένα σηµαντικό —το σηµαντικότερο ίσως— µέρος του εαυτού µας εκτοπίζεται ή αφοµοιώνεται από την οµάδα αναφοράς, στο εσωτερικό της οποίας δρα- στηριοποιούµεθα. Η οµάδα, το κοινωνικό σύνολο, στο βαθµό που η συµµετοχή µας στις αποφάσεις µειώνεται, µετατρέπεται σε ένα είδος ψυχικού βαµπίρ: υπάρχει γιατί το κινεί ένας θεσµικός µηχανισµός, που τρέφεται µε τις αγαθές προθέσεις µας. Είναι φυσικά η ιδεολογία, η υπέρτατη µορφή κανιβαλισµού. Η ιδεολογία είναι αθάνατη, αλλά δεν µ πορεί να συντηρηθεί αν δεν καταναλώνει συνεχώς ιδέες. Η ιδεολογία διατηρείται µε την απονέκρωση των ιδεών σ’ ένα οµοίωµα αιωνιότητας. Η ιδεολογία είναι ήδη ένα είδωλο, γι’ αυτό όπως όλα τα βαµπίρ δεν έχει κανένα είδωλο. Η «τρέλα» που περιγράφεται στο Ηµερολόγιο ενός Τρελού, θα µπορούσε να είναι το σύµπτωµα µιας δυσα- νεξίας στην ιδεολογία εν γένει. Το πρώτο σύµπτωµα του «τρελού» είναι η παρατήρηση πως «το φεγγάρι λάµπει καταπληκτικά» και η συνείδηση του γεγονότος πως ζούσε µέχρι εκείνη την στιγµή στο σκοτάδι. Σταδιακά, δεν µπορεί να ερµηνεύσει τον τρόπο µε τον οποίο τον αντιµετωπίζουν. Η µόνη εξήγηση που δίνει είναι η ενδεχόµενη αµφισβήτηση της παράδοσης. Αλλά πώς µπορεί ένας άνθρωπος να αµφισβητήσει την παράδοση µόνο και µόνο επειδή συνει- δητοποίησε πόσο όµορφο είναι το φεγγάρι; Επιπλέον, ένας άνθρωπος που διαπιστώνει πως η σχέση του µε τη φύση ελάχιστα µπορεί να καλυφθεί από τις γνώσεις που αποκόµισε µεγαλώνοντας στο πλαίσιο µιας όποιας κοινωνίας, είναι ένας υγιέστατος άνθρωπος. Αλλά η υγεία και η τρέλα είναι πράγµατα σχετικά. Υγιής είναι αυτός που δυσφορεί όταν κυκλώνεται από τον «λειτουργικό» παρα- λογισµό των κοινών τόπων. Πλην όµως, η αδυναµία συγκράτησης της δυσφορίας θεωρείται σύµπτωµα τρέλας. Έτσι, η υγεία καταπίπτει στο επίπεδο της ανθεκτικότητας: υγιής είναι αυτός που δεν τρελαίνεται όταν η µόνη ένδειξη πως δεν υπήρξε τρελός θα µπορούσε να προκύπτει από το γεγονός πως τρελάθηκε. Η «τρέλα» του ήρωα του Λου Χσουν δεν έρχεται από την προσωπική του δυσφορία στην παράδοση, αλλά από το µόνο εργαλείο που έχει στα χέρια του για να ερµηνεύσει αυτή τη δυσφορία: την ίδια την παράδοση. Η θέα του κατάφωτου φεγγαριού τον θέτει ενώπιον της ταυτότητάς του. Μια µόνο µατιά στον ουρανό φτάνει για να κατακτήσει το σηµαίνον του δικού του λόγου. Το σηµαινόµενο όµως ανήκει στην ιδεολογία της παράδοσης. Εξ ου και η «τρέλα» του. Από την στιγµή που γίνεται ο εαυτός του, είναι υποχρεωµένος να µετατραπεί σε φορέα της τρέλας της παράδοσης. ∆εν έχει άλλο τρόπο διατύπωσης των ιδεών του. Κάποτε θα νοιώσει πως η µοναδική έξοδος από την τρέλα είναι η πραγµατική απόσταση από την παράδοση. Τα παιδιά δεν φέρουν ιδεο- λογία, και κραυγάζει: «Σώστε τα παιδιά » Τα παιδιά κατα- σπαράσσονται από τα ιδεολογικά βαµπίρ κάθε κοινωνίας, θεµελιωµένης στην εκµετάλλευση. Τα παιδιά είναι οι «τρε- λοί» του αύριο, γιατί εκπαιδεύονται συστηµατικά να κοιτάνε το δάχτυλο όταν τους δείχνεις το φεγγάρι. Σώστε τα παιδιά 狂人日記 ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΛΑΝΑΣ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΤΡΕΛΟΥ 1 πως δεν υπήρξε τρελός θα µπορούσε να προκύπτει από το γεγονός πως τρελάθηκε. Η «τρέλα» του ήρωα του Λου Χσουν δεν έρχεται από την προσωπική του δυσφορία στην παράδοση, αλλά από το µόνο εργαλείο που έχει στα χέρια του για να ερµηνεύσει αυτή τη δυσφορία: την ίδια την παράδοση. Η θέα του κατάφωτου φεγγαριού τον θέτει ενώπιον της ταυτότητάς του. Μια µόνο µατιά στον ουρανό φτάνει για να κατακτήσει το σηµαίνον του δικού του λόγου. Το σηµαινόµενο όµως ανήκει στην ιδεολογία της παράδοσης. Εξ ου και η «τρέλα» του. Από την στιγµή που γίνεται ο εαυτός του, είναι υποχρεωµένος να µετατραπεί σε φορέα της τρέλας της παράδοσης. ∆εν έχει άλλο τρόπο διατύπωσης των ιδεών του. Κάποτε θα νοιώσει πως η µοναδική έξοδος από την τρέλα είναι η πραγµατική απόσταση από την παράδοση. Τα παιδιά δεν φέρουν ιδεο- λογία, και κραυγάζει: «Σώστε τα παιδιά » Τα παιδιά κατα- σπαράσσονται από τα ιδεολογικά βαµπίρ κάθε κοινωνίας, θεµελιωµένης στην εκµετάλλευση. Τα παιδιά είναι οι «τρε- λοί» του αύριο, γιατί εκπαιδεύονται συστηµατικά να κοιτάνε το δάχτυλο όταν τους δείχνεις το φεγγάρι. Σώστε τα παιδιά 狂人日記 ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΛΑΝΑΣ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΤΡΕΛΟΥ 1 ύο αδέλφια —δεν χρειάζεται ν’ αναφέρω τα ονόµατά τους— υπήρξαν καλοί µου φίλοι στο Λύκειο˙ όµως αργό- τερα σκορπίσαµε και χάσαµε κάθε επαφή. ∆ Πριν από κάµποσο καιρό, έµαθα πως ο ένας ήταν σοβαρά άρρωστος, και καθώς ήµουν ήδη στο δρόµ ο για το πατρικό µου, είπα να κάµω µια παράκαµψη και περάσω να τους δω. Βρήκα µόνο τον ένα, ο οποίος µε πληροφόρησε πως ο άρρωστος ήταν ο µικρότερος. —Καλοσύνη σου που έκανες τόσο ταξίδι για να µας δεις, µου είπε, αλλά πάει καιρός που ο αδελφός µου συνήλθε και βρήκε µια καλή δηµόσια θέση σε άλλη επαρχία. Ύστερα έβαλε τα γέλια και µου έδωσε δυο τετράδια, που περιείχαν το ηµερολόγιο του αδελφού του, εξηγώντας µου πως έδει- χναν ολοκάθαρα τη φύση της αρρώστιας του, και πως δεν του φαινόταν καθόλου άπρεπο να τα διαβάσει ένας παλιός φίλος. Τα πήρα µαζί µου, τα διάβασα προσεκτικά, και ανακά- λυψα πως υπέφερε από κάποιο είδος µανίας καταδίωξης. Το γραπτό, που περιέγραφε ουκ ολίγες αγριότητες, ήταν περίπλοκο και ασυνάρτητο. Επιπλέον, ο συγγραφέας είχε λησµονήσει να σηµειώσει τις ηµεροµηνίες, ώστε µόνο από το χρώµα της µ ελάνης και τις διαφορές στην γραφή θα µπορούσε κανείς να συµπεράνει πως τα διάφορα τµήµατα γράφηκαν σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. Εν τούτοις, ορισµένα από αυτά τα τµήµατα δεν ήσαν ολωσδιόλου άσχε- τα µεταξύ τους, κι έτσι κατόρθωσα ν’ αποσπάσω ένα ικανό µέρος, θέτοντάς το τώρα στην υπηρεσία της ιατρικής έρευνας. ∆εν αλλοίωσα τον κάπως παράλογο χαρακτήρα του κειµένου, άλλαξα όµως τα ονόµατα, παρόλο που ύο αδέλφια —δεν χρειάζεται ν’ αναφέρω τα ονόµατά τους— υπήρξαν καλοί µου φίλοι στο Λύκειο˙ όµως αργό- τερα σκορπίσαµε και χάσαµε κάθε επαφή. ∆ Πριν από κάµποσο καιρό, έµαθα πως ο ένας ήταν σοβαρά άρρωστος, και καθώς ήµουν ήδη στο δρόµ ο για το πατρικό µου, είπα να κάµω µια παράκαµψη και περάσω να τους δω. Βρήκα µόνο τον ένα, ο οποίος µε πληροφόρησε πως ο άρρωστος ήταν ο µικρότερος. —Καλοσύνη σου που έκανες τόσο ταξίδι για να µας δεις, µου είπε, αλλά πάει καιρός που ο αδελφός µου συνήλθε και βρήκε µια καλή δηµόσια θέση σε άλλη επαρχία. Ύστερα έβαλε τα γέλια και µου έδωσε δυο τετράδια, που περιείχαν το ηµερολόγιο του αδελφού του, εξηγώντας µου πως έδει- χναν ολοκάθαρα τη φύση της αρρώστιας του, και πως δεν του φαινόταν καθόλου άπρεπο να τα διαβάσει ένας παλιός φίλος. Τα πήρα µαζί µου, τα διάβασα προσεκτικά, και ανακά- λυψα πως υπέφερε από κάποιο είδος µανίας καταδίωξης. Το γραπτό, που περιέγραφε ουκ ολίγες αγριότητες, ήταν περίπλοκο και ασυνάρτητο. Επιπλέον, ο συγγραφέας είχε λησµονήσει να σηµειώσει τις ηµεροµηνίες, ώστε µόνο από το χρώµα της µ ελάνης και τις διαφορές στην γραφή θα µπορούσε κανείς να συµπεράνει πως τα διάφορα τµήµατα γράφηκαν σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. Εν τούτοις, ορισµένα από αυτά τα τµήµατα δεν ήσαν ολωσδιόλου άσχε- τα µεταξύ τους, κι έτσι κατόρθωσα ν’ αποσπάσω ένα ικανό µέρος, θέτοντάς το τώρα στην υπηρεσία της ιατρικής έρευνας. ∆εν αλλοίωσα τον κάπως παράλογο χαρακτήρα του κειµένου, άλλαξα όµως τα ονόµατα, παρόλο που [...]... τα τελευταία τριάντ - άτι χρόνια ήµουν στο σκοτάδι Τώρα όµως πρέπει να προσέχω πολύ Αλλιώς, γιατί µε κοίταξε δύο φορές εκείνο το σκυλί στο σπίτι των Τσάο; Έχω σοβαρό λόγο να φοβάµαι II Απόψε δεν έχει καθόλου φεγγάρι Κακό σηµάδι αυτό· το ξέρω Το πρωί βγήκα έξω προσεκτικά και ο κ Τσάο είχε κάτι παράξενο στο βλέµµα του, σαν να µε φοβόταν, σαν να ήθελε να µε σκοτώσει Ήταν κι άλλοι έξ - φτά και µε κουβέντιαζαν... φάνε! IV Το πρωί ησύχασα λίγη ώρα Ο γέρ - σεν µου έφερε κολατσιό: ένα πιατάκι µε λαχανικά κι ένα πιατάκι µε ψάρι στον ατµό Τα µάτια του ψαριού ήταν άσπρα και σκληρά, και το στόµα του ανοιχτό σαν τα στόµατα εκείνων των ανθρώπων που θέλουν να φάνε άνθρωπο Μετά από δυο τρεις µπουκιές δεν ήξερα να πω αν αυτό που είχα στο στόµα µου ήταν ψάρι ή κρέας ανθρώπινο Είπα στον γέρ - σεν να πει στον αδελφό µου πως πνιγόµουν... σε φάω ζωντανό!» Αλλά κοίταζε συνέχεια εµένα Πετάχτηκα µέχρι εκεί πάνω ∆εν µπόρεσα να κρατηθώ Τότε άρχισαν όλοι να χαµογελάνε —µε κορόιδευαν— µε κείνα τα πράσινα πρόσωπα και τα µακριά τους δόντια Ο γέρ - σιν όρµησε και µ’ άρπαξε και µε πήγε σέρνοντας στο σπίτι Με πήγε σπίτι σέρνοντας, κι εκεί έκαναν όλοι πως δεν µε γνώριζαν Με κοίταζαν όπως οι άλλοι στο δρόµο Όταν µπήκα στο γραφείο, µε κλείδωσαν µέσα,... δυο τρεις µπουκιές δεν ήξερα να πω αν αυτό που είχα στο στόµα µου ήταν ψάρι ή κρέας ανθρώπινο Είπα στον γέρ - σεν να πει στον αδελφό µου πως πνιγόµουν εκεί µέσα και πως ήθελα να βγω λίγο στον κήπο Ο γέρ - σεν δεν έβγαλε κουβέντα Έφυγε κι ύστερα γύρισε κι άνοιξε την πόρτα ∆εν σάλεψα Κοίταξα να δω πως θα µε αντιµετωπίσουν Ήµουν σίγουρος πως δεν θα µε άφηναν να βγω Σίγουρος, σιγουρότατος! Εµφανίστηκε ο µεγάλος . φέρουν ιδε - λογία, και κραυγάζει: «Σώστε τα παιδιά » Τα παιδιά κατ - σπαράσσονται από τα ιδεολογικά βαµπίρ κάθε κοινωνίας, θεµελιωµένης στην εκµετάλλευση. Τα παιδιά είναι οι «τρ - λοί» του. φέρουν ιδε - λογία, και κραυγάζει: «Σώστε τα παιδιά » Τα παιδιά κατ - σπαράσσονται από τα ιδεολογικά βαµπίρ κάθε κοινωνίας, θεµελιωµένης στην εκµετάλλευση. Τα παιδιά είναι οι «τρ - λοί» του. οµ - τιτλου διηγήµατος του Γκόγκολ στην κριτική της τσαρικής γραφειοκρατίας. Ο Λου Χσουν, όπως και ο Γκόγκολ άλλωστε, έχει κυρίως υπόψη του τον τρόµο που νιώθει το άτοµο, όταν συνειδ - τοποιήσει

Ngày đăng: 12/05/2014, 20:56

Tài liệu cùng người dùng

Tài liệu liên quan