NIKOY KAZANTZAKH O ΦTΩXOYΛHΣ TOY ΘEOY NIKOY KAZANTZAKH O ΦTΩXOYΛHΣ TOY ΘEOY [...]... εύτυς έγω τότε κατάλαβα: - ΕΙδες τό Θεό, ξεφώνισα, Τον εΙδες! Με άρπαξε από τό μπράτσο: - ΠlOς τό ξέρεις; �Kαμε αyιcoυσεμέ o ποιός σοσ τό 'πε; - Κανένας μα σε βλέπω πlOς τρέμεις καΙ τό κατάλαβα' �τσι μονάχα τρέμει δποιος δεί ξαφνικα μπροστά του λιοντάρι fι τό Θεό ,Ανατίναξε τό κεφάλι από τη μαξιλάρα: - 'Όχι, δεν Τόν εΙδα, μουρμούρισε, Τόν liκουσα Κοίταξε γύρα του φοβισμένα - Κάθισε, μο\) 'πε, μην άπλώνεις... στη γης, τό πήδημα στό Θεό· πήδηξε! - Δεν μπορω, γέροντά μου! - ότε παντρέψου, ησύχασε!» εΙπε, κι άπλώνοντας τό σκελε θρωμένο του μπράτσο μ' εδιωξε κι dKOυya άκόμα άπό μακρια τό θρηνο του - 'Όλοι �Kλαιγαν; μουρμούρισε δ Φραγκίσκος τρομαγμ -: νος, δλοι; Κι δσοι βρηκαν τό Θεό κι δσοι δεν Τόν βρηκαν; -' Όλοι - Γιατί, φράτε Λεόνε; - εν ξέρω· δλοι! Σωπάσαμε ·0 Φραyιcίσ o ε{χε χώσει τώρα τό πρόσωπό του στη... μη με άγγίζεις! - Δε σε άγγίζω' φοβο\)μαι να σε άγγίξω' αν σε liγγιζα την ωρα έτούτη, το χέρι μου θα γίνουνταν στάχτη Κούνησε τό κεφάλι, χαμογέλασε' ξαναφάνηκαν οΙ λαμπη θρες TlOv ματιlOν του - 'Έχω να σε ρωτήσω, εΙπε' γύρισε ή μάνα μου άπό τη λειτουργία; - 'Ακόμα, θα κουβεντιάζει με ΤΙς φιλενάδες της - Καλύτερα' κλείσε την πόρτα Σώπασε, και σε λίγο: - 'Έχω να σε ρωτήσω, εΙπε πάλι - Στους δρισμούς... νεται - Ποιό λόγο; θέλω να τον άκούσω! έκαμε δ Φραγκίσκος και μο\} άρπαξε το χέρι - �τρεμε - 'Έσκυψα, τοl:> 'βαλα μετάνοια κα! τόν ρώτησα: « μιλας, . NIKOY KAZANTZAKH O ΦTΩXOYΛHΣ TOY ΘEOY NIKOY KAZANTZAKH O ΦTΩXOYΛHΣ TOY ΘEOY